Λίγα λόγια για μια αξιόλογη γραφή: για την ποιητική συλλογή «Πέντε ποτήρια», της Χρύσας Αλεξίου [1]
του Μιχάλη Κατσιγιάννη
Νιώθω αναγκασμένος ν’ αρχίσω λέγοντας το πώς αντιμετωπίζω τη συλλογή της Αλεξίου. Αναγνωρίζω τη συλλογή ως έναν τόπο βιωματικής γραφής, ποιητικό εξομολογητήριο, όπου η ποιήτρια, μέσα από (αλλά και με) τη γραφή της αποφασίζει να αναμετρηθεί με την πιο σημαντική λειτουργία της ποιητικής τέχνης: την επεξεργασία και την ανακατασκευή της εμπειρίας.
Σε ολόκληρη τη συλλογή, είναι σαν να βλέπει και να καταλαβαίνει ο αναγνώστης, τη δοκιμασία στην οποία έχει υποβάλει η ποιήτρια τον εαυτό της: στοιχειώνει και στοιχειώνεται από την εμπειρία. Αυτό είναι και το – αναμφίβολα – θεμελιακό στοιχείο της συλλογής, το οποίο δεν επιτελείται στη βάση του φαίνεσθαι, όπως πολύ συχνά συμβαίνει, αλλά έχουμε να κάνουμε με μια διαδικασία φρόνιμη και ιερή. Πιο συγκεκριμένα, η ποιήτρια επεξεργάζεται το βίωμα με έναν τρόπο που δεν το εκφράζει και δεν το παραδίδει απλώς, αλλά εισχωρεί βαθιά μέσα του, φαίνεται να το αφουγκράζεται σε μεγάλο βαθμό και βάθος, συνομιλεί μαζί του και συστήνει ένα είδος διαμορφωτικής αντίληψης σχετικά με την εμπειρία:
δεν έχω χρόνο
πρέπει
να σε κλείσω
σ’ ένα βιβλίο
βιαστικά
όπως έφυγα
χωρίς
υποσχέσεις
η αγάπη
έρχεται
στο απόλυτο
σκοτάδι (σελ. 17)
Η γραφή της Αλεξίου αντιμετωπίζει το βίωμα, όχι σαν ένα ξένο σώμα, αλλά σαν ένα σώμα μέσα στο σώμα της, σαν έναν νου μέσα στο νου της. Σαν μια θύελλα ανταποκρίσεων από το παρελθόν και το παρόν που προσπαθούν να χαράξουν ενδιάμεσες διαδρομές στο στρώμα της ύπαρξης, να εντοπίσουν αλλά και να δημιουργήσουν ρωγμές στα επίπεδα της ζωής. Προσπάθεια απολύτως υπαρξιακή, όπως άλλωστε είναι το είδος και η τεχνοτροπία (με την ευρύτερη και γενική έννοια) που αγγίζει η ποιήτρια στην εν λόγω συλλογή. Έτσι, η γραφή της Αλεξίου δεν βρίσκει απλώς έμπνευση στο βίωμα αλλά το ενεργοποιεί, το υποκειμενοποιεί κατά κάποιον τρόπο και το θέτει σε δράση.
Η αναπόληση και η θύμηση σίγουρα παίζουν κρίσιμο ρόλο, αλλά μάλλον περιορίζονται στο να φέρουν το βίωμα στο προσκήνιο. Όμως, από ένα – αόριστο – σημείο κι έπειτα, εκείνο που διαδραματίζει τον πιο σημαντικό ρόλο είναι ότι το βίωμα υπάρχει στη συλλογή ως μια λειτουργική και ζωντανή κατασκευή που πλάθει η ποιήτρια με τη γραφή της, μια γραφή ζωής:
ακινησία
φωτογράφησα
πρώτη φορά
αέρα
φως κι έναν
αγέλαστο
γλάρο
πολλά τα
ψέματα
το καλοκαίρι (σελ. 50)
Η γραφή της Αλεξίου, συνειρμική και βαθιά παραληρηματική, κινείται σαν κάποιος που μιλά πασχίζοντας ταυτόχρονα να αποφύγει τον αυταρχισμό της λήθης και την ανία της επιβαλλόμενης απουσίας. Η γραφή της δημιουργεί ένα – αληθινό – κενό για να μιλήσει χωρίς να θέλει απαραίτητα να ακουστεί: κυρίως να μιλήσει, να μεταφέρει τις στιγμές που ανακατασκευάζει και να αλλοιωθεί μέσα σε αυτές. Μια συλλογή με ρέοντα, ονειροπολικό κι επιτηδευμένο λόγο, όχι τόσο ως προς το ύφος αλλά ως προς τη φύση που αποδίδεται στο περιεχόμενό του.
όλα είναι εδώ
η ζωή μιας γυναίκας
το σπασμένο τραπέζι
το μειδίαμα
μούδιασε
κι αυτό το βράδυ
αγάπη μου
σε ένα μεγάλο
ποτήρι
γεμάτο γάλα
ένα καινούργιο
πράγμα
η ώρα έξι
το πρωί (σελ. 11)
Η Αλεξίου με την ποιητικοποίηση του βιόκοσμου δίνει και δείχνει στον αναγνώστη το πραγματικό πρόσωπο του ρεαλισμού: τη σκέψη που χάνεται κάπου, που αφήνεται σε άλλους τόπους αλλά ταυτόχρονα επιστρέφει – πάντοτε αλλιώς. Αυτή την κατάσταση της ζωής είναι που εχθρεύονται οι άνθρωποι. Όμως, η ποιήτρια συμφιλιώνεται μαζί της, χωρίς να της υποτάσσεται, και την μεταχειρίζεται ως το δημιουργικό εργαλείο της. Η γραφή, συχνά οριακή και στο μεταίχμιο (άλλοτε λυρική, άλλοτε αποφθεγματική, άλλοτε ημερολογιακή), αναδεικνύει με κρότο την έντονη παρουσία του (ανα)στοχασμού και της μη πλασματικής λύτρωσης μέσω της γραφής. Ποιήματα στα οποία ακούγεται η ανάγκη να αισθάνεται, η ποιήτρια παρουσιάζει την ποίηση σα να’ ναι κάτι απολύτως φυσιολογικό αλλά και οδυνηρό:
τώρα
μόνο κρασί
λευκή
κόλαση
η άποψη
ότι τα καταφέραμε
και φέτος
εμείς οι ποιητές
της γύρης
νιώθω χαρά
μετά από ένα
χαστούκι
χιόνι και πέπλο
στα δάχτυλα
μιας ψεύτρας (σελ. 12)
Οι εξοικειωμένοι αναγνώστες με αυτού του είδους τη γραφή και ποιητική, διαβάζοντας τη συλλογή της Αλεξίου, φέρνουν αμέσως στο νου τους σημαντικές φωνές που κινήθηκαν σε αντίστοιχο κλίμα. Ωστόσο, αυτή η όποια επίδραση είναι μόνο ανακουφιστική:
υπάρχουν πράγματα
δεμένα
στο υπόγειο
στο παλιό το σπίτι
καταχωρούνται
πράξεις
ακατανόητες
στοίχημα και παράλογο
είμαι ένας απ’ αυτούς
που κέρδισαν
την πίστη
στο ανεπαρκές (σελ. 65)
[1] Η έκδοση που ακολουθεί το
κείμενο είναι η εξής: Αλεξίου, Χ. (2021). Πέντε
ποτήρια. Εκδόσεις Εξιτήριον.
Η ποιητική συλλογή της Χρύσας Αλεξίου διατίθεται ελεύθερα στην διεύθυνση: «Πέντε ποτήρια» – Συλλογή ποιημάτων της Χρύσας Αλεξίου - Ανοικτή Βιβλιοθήκη
